- ἀπόκρουσις
- ἀπόκρουσιςretiringfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀποκρούσει — ἀπόκρουσις retiring fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀποκρούσεϊ , ἀπόκρουσις retiring fem dat sg (epic) ἀπόκρουσις retiring fem dat sg (attic ionic) ἀποκρούω beat off aor subj act 3rd sg (epic) ἀποκρούω beat off fut ind mid 2nd sg ἀποκρούω beat… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπόκρουσιν — ἀπόκρουσις retiring fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απόκρουση — η (AM ἀπόκρουσις) ανάσχεση, απώθηση νεοελλ. η άρνηση κάποιου να ενδώσει σε πρόταση αρχ. (για τη σελήνη) η ελάττωση, η χάση … Dictionary of Greek
ἀποκρούσεως — ἀποκρούσεω̆ς , ἀπόκρουσις retiring fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρούσῃ — ἀποκρούσηι , ἀπόκρουσις retiring fem dat sg (epic) ἀποκρούω beat off aor subj mid 2nd sg ἀποκρούω beat off aor subj act 3rd sg ἀποκρούω beat off fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)